Με την ενεργειακή κρίση να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου στην Ευρώπη, με τις δυσοίωνες προβλέψεις αποθεμάτων και τις ακραία υψηλές τιμές, κάθε χώρα καλείται να λάβει δραστικά μέτρα για να εξασφαλίσει τη μέγιστη ενεργειακή επάρκεια. Ευρισκόμενη η Ευρώπη σε κατάσταση αμόκ, καλείται να αντιμετωπίσει έναν διττό στόχο. Την προστασία του περιβάλλοντος και την κλιματική κρίση από τη μια, και τις ασφυκτικές πιέσεις της ενεργειακής κρίσης από την άλλη. Να σημειωθεί ότι μόλις το περασμένος έτος αποφασίστηκε μείωση των εκπομπών καυσίμων και πυρηνικής ενέργειας με μελλοντικό στόχο τη μηδενική εκπομπή ρύπων. Ωστόσο οι περιβαλλοντικοί νόμοι έρχονται πλέον σε δεύτερη μοίρα, καθώς προτεραιότητα αποτελεί η εξασφάλιση με κάθε μέσο της ενεργειακής επάρκειας. Κάτι τέτοιο μοιάζει απόλυτα λογικό, δεδομένου ότι η ενέργεια είναι βασική για τη λειτουργία της οικονομίας και της κοινωνίας μιας χώρας, από τον ηλεκτρισμό και την θέρμανση μέχρι τους παραγωγικούς κλάδους, τομείς τους οποίους βλέπουμε σε ύφεση εξαιτίας των πρόσφατων δεδομένων.
Η όλη συζήτηση, απασχολεί τις τελευταίες μέρες την Γερμανική οικονομία, η οποία λόγω της κρίσης του αγωγού Nord Stream 2 και του κινδύνου οικονομικής και ενεργειακής κατάρρευσης της χώρας, έχει αρχίσει να ανοίγει ο φάκελος της παράτασης της λειτουργίας των πυρηνικών εργοστασίων. Κάτι τέτοιο όμως, έρχεται σε αντίθεση με το νόμο που είχε ψηφιστεί από την κυβέρνηση Μέρκελ, για τον τερματισμό της πυρηνικής εκμετάλλευσης μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, εξαιτίας της πυρηνικής καταστροφής στη Φουκουσίμα το 2011.
Πέραν αυτού, διαφωνίες έχει προκαλέσει στους κόλπους της Bundestag σχετικά με την επάρκεια του ποσοστού εξοικονόμησης. Ο Γερμανός υπουργός οικονομικών Ρόμπερτ Χάμπεκ από το κόμμα των Πρασίνων αποκλείει το ενδεχόμενο παράτασης της λειτουργίας των τριών πυρηνικών σταθμών, ισχυριζόμενος ότι καλύπτουν μόνο το 2% του ποσοστού εξοικονόμησης, ποσοστό ανεπαρκές για την συντήρηση της ενέργειας ενός ολόκληρου χειμώνα. Μάλιστα, πιστεύει ότι η πορεία της γερμανικής οικονομίας και η αύξηση των αποθεμάτων ενέργειας θα επιτρέψουν στη Γερμανία να ανταποκριθεί χωρίς τη λήψη δραστικών μέτρων. Παρόλα αυτά, αντιλαμβάνεται ότι η γερμανική κυβέρνηση πρέπει να είναι προετοιμασμένη για κάθε ενδεχόμενο, καθώς άγνωστη είναι η τροπή του Πούτιν με το φυσικό αέριο, καθώς όλα τείνουν προς τον περιορισμό των εξαγωγών προς την Ευρώπη.
Στο πλευρό του Χάμπεκ βρίσκεται και ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σόλτς, ο οποίος επίσης παρουσιάζεται επιφυλακτικός ως προς την παράταση της πυρηνικής εκμετάλλευσης, λόγω της επικινδυνότητας της και του αυξημένου κόστους συντήρησης. Χρησιμοποιεί το παράδειγμα της Γαλλίας, με τους περισσότερους πυρηνικούς αντιδραστήρες να βρίσκονται εκτός λειτουργίας, εξαιτίας προβλημάτων διάβρωσης και συντήρησης. Υπάρχει επίσης και ο φόβος για ενδεχόμενο φαύλο κύκλο αύξησης των τιμών ηλεκτρισμού οδηγούμενοι σε επιπόλαιες κινήσεις, καθώς οι πυρηνικές εγκαταστάσεις αύξησαν απότομα τις τιμές ηλεκτρισμού περισσότερο και από τις εγκαταστάσεις ανεμογεννητριών.
Από την άλλη, αντίθετος βρίσκεται ο πρόεδρος του κόμματος των Φιλελευθέρων, ο οποίος διαφωνεί με την μονόπλευρη αξιοποίηση ενέργειας, τοποθετούμενος ανοιχτός υπέρ της παράτασης της λειτουργίας των πυρηνικών εργοστασίων. Υποστηρίζει ότι σε αυτή την κρίσιμη φάση είναι απαραίτητη η αξιοποίηση εναλλακτικών και πολλαπλών επιλογών για τον ενεργειακό εφοδιασμό, καθώς ακόμα και ένα μικρό ποσοστό αποθέματος από τους πυρηνικούς αντιδραστήρες, μπορεί να συμβάλει στην «αποθήκη» ενέργειας.