Αρχική Απόψεις Στρατηγικός ελιγμός και όχι παραδοχή αδυναμίας η «υπαναχώρηση» Μητσοτάκη από την αυτοδυναμία

Στρατηγικός ελιγμός και όχι παραδοχή αδυναμίας η «υπαναχώρηση» Μητσοτάκη από την αυτοδυναμία

861
0

Το πολιτικό γεγονός της εβδομάδας δεν είναι άλλο από τη δήλωση, ως κεραυνό εν αιθρία, του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Φόρουμ του Οικονομικού Ταχυδρόμου, ότι «στόχος είναι η σταθερότητα, όχι επί τούτου η αυτοδυναμία». Από πολλούς αναλυτές, πρωτίστως από αυτούς που στέκονται ξεκάθαρα απέναντι στην κυβέρνηση, αυτή η δήλωση ερμηνεύτηκε ως παραδοχή αδυναμίας του πρωθυπουργού υπό το βάρος των δυσμενών δημοσκοπικών ευρημάτων του τελευταίου διαστήματος (Metron Analysis, MRB) που τοποθετούν τη Νέα Δημοκρατία σε επιδόσεις αρκετά χαμηλότερα από το 30% (27% και 28,6% αντίστοιχα).

Είναι όμως έτσι; Ο Κυριάκος Μητσοτάκης «ρίχνει λευκή πετσέτα» ως προς την επιδίωξη της αυτοδυναμίας και αποδέχεται έτσι απλά, απέχοντας περισσότερο από ένα έτος από τη συνταγματική ολοκλήρωση της τετραετίας, ότι η περίοδος της πολιτικής του κυριαρχίας παρήλθε;

Νομίζω ότι όποιος παρακολουθεί την πορεία του Κυριάκου Μητσοτάκη, ακόμα και οι πιο εμπαθείς, μπορούν να αναγνωρίσουν σε αυτόν κάποια βασικά χαρακτηριστικά στις πολιτικές του επιλογές. Έως τώρα έχει δείξει ότι παραμένει πιστός έως το τέλος στο πολιτικό του σχέδιο, υποστηρίζει τις επιλογές του οι οποίες συνήθως είναι ιδεολογικά φορτισμένες (με ιδεολογικές «γωνίες» όπως λέγεται), ενώ διακατέχεται από μια ισχυρή εμπιστοσύνη στον εαυτό του και στην υπεροχή του έναντι των αντιπάλων του πολιτικών αρχηγών.

Με τα παραπάνω χαρακτηριστικά, μοιάζει εντελώς παράταιρη μια αυτοπαραίτηση του Μητσοτάκη από την επιδίωξη της αυτοδυναμίας που θα σημαίνει, πέραν της αυτονόητης παραμονής του στο τιμόνι της χώρας, και την αταλάντευτη υλοποίηση ενός πολιτικού σχεδίου μετασχηματισμού της χώρας και της κοινωνίας βασισμένου στις προτεραιότητες που περιγράφονται αρκετά αναλυτικά στην Έκθεση Πισσαρίδη.

Η δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη αποτελεί ένα στρατηγικό ελιγμό της ηγετικής ομάδας του Μαξίμου για την αντιμετώπιση ενός σημαντικού κινδύνου που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση, του ισχυρότατου διεμβολισμού που υφίσταται από την άνοδο του ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ. Παρότι ο ανωτέρω κίνδυνος είχε υποτιμηθεί εξαρχής, τα δημοσκοπικά ευρήματα των τελευταίων μηνών, και ιδίως μετά την εκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη στην ηγεσία της Χαριλάου Τρικούπη, καταδεικνύουν ότι οι απώλειες της Νέας Δημοκρατίας είναι δυσθεώρητες.

Πιο συγκεκριμένα, οι απώλειες της Νέας Δημοκρατίας προς το ΚΙΝΑΛ δεν αφορούν μόνο στο 10-12% όσων της ψήφισαν το 2019 (που μοιάζει να περιορίζεται στο 7% στη δημοσκόπηση της Metron Analysis), αλλά επεκτείνεται σε δύο ακόμα κρίσιμες δεξαμενές. Πρώτον, στην επανασυσπείρωση των ψηφοφόρων του ΚΙΝΑΛ μετά την ανάδειξη του νέου προέδρου, που εξανέμισε τις εισροές της ΝΔ από εκεί, που έως τότε εκτιμούνταν στο 15-20% των ψηφοφόρων του ΚΙΝΑΛ του 2019. Δεύτερον, στη μετακίνηση ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, σε ποσοστά περίπου 8% εκείνων του 2019, όχι πλέον προς τη Νέα Δημοκρατία όπως συνέβαινε ως τον Ιούλιο του 2021, αλλά προς το ΚΙΝΑΛ, γεγονός που αποδεικνύεται από την πλήρη ανατροπή του ισοζυγίου εισροών-εκροών μεταξύ ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ (από 8%-1% βρισκόμαστε στο 1%-1,5% μεταξύ των δύο κομμάτων).

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιδιώκει με τη δήλωσή του λοιπόν να αντιμετωπίσει το διεμβολισμό των κεντρώων ψηφοφόρων, έως πρότινος προνομιακό κοινό για τον ίδιο, από τον Νίκο Ανδρουλάκη μετατρέποντας τη διαφαινόμενη δημοσκοπική αποδυνάμωσή του σε μηχανισμό συμπίεσης του ΚΙΝΑΛ, «φέρνοντας» έναν χρόνο νωρίτερα τη συζήτηση για τις επιλογές της Χαριλάου Τρικούπη ενόψει των διπλών εκλογών και των πιθανών μετεκλογικών συνεργασιών.

Η αρχική απορριπτική απάντηση του νέου προέδρου του ΚΙΝΑΛ δείχνει ήδη ότι αυτό το ζήτημα θα δοκιμάσει σοβαρά τη συνοχή, ακόμα και τις εσωκομματικές ισορροπίες, του ΚΙΝΑΛ καθώς τα αντισυριζαϊκά αισθήματα των κεντρώων ψηφοφόρων παραμένουν ισχυρά και απορρίπτουν θεμελιακά οποιοδήποτε ενδεχόμενο «προοδευτικής διακυβέρνησης» ιδίως με πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα.

Οφείλουμε να πιστώσουμε λοιπόν στο επιτελείο του Μαξίμου μια σημαντική επιτυχία, καθώς αντέστρεψαν την έως τώρα πίεση λόγω της δημοσκοπικής κάμψης αλλά και των διακινούμενων σεναρίων για κυβερνητική συνεργασία με κάποιο σχήμα δεξιά της ΝΔ (Ελληνική Λύση ή ακόμα και τη Δημιουργία των Τζήμερου-Κρανιδιώτη αν μπουν στη Βουλή) με επιπτώσεις στη συνολική πολιτική φυσιογνωμία, μονοσήμαντα προσανατολισμένη στο κέντρο, που έχει προσδώσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην κυβέρνησή του.