Αρχική Επικαιρότητα Δεν φταίει κυρίως η Ουκρανία για την ενεργειακή κρίση στην Ελλάδα

Δεν φταίει κυρίως η Ουκρανία για την ενεργειακή κρίση στην Ελλάδα

503
0

Στο κεντρικό πολιτικό άρθρο της «Καθημερινής της Κυριακής», με τίτλο «Το τέλος του πολέμου και τα εκλογικά σενάρια» ως κεντρικό επιχείρημα για μια πρόωρη προσφυγή στις κάλπες εκ μέρους του Κυριάκου Μητσοτάκη προβάλλεται ότι «γίνεται ολοένα και περισσότερο αντιληπτό στην κοινή γνώμη ότι οι ανατιμήσεις στην ενέργεια και ο πληθωρισμός είναι «εισαγόμενα» προβλήματα και ότι η δυνατότητα χειρισμών της κυβέρνησης είναι περιορισμένη, κάτι που –όπως προκύπτει από έρευνες της κοινής γνώμης– δεν είχε καταστεί εξίσου σαφές τις προηγούμενες εβδομάδες».
Αυτό το επιχείρημα, ότι η ακρίβεια οφείλεται πρωτίστως στον εξωγενή παράγοντα της κρίσης στην Ουκρανία, καθίσταται τη βασική γραμμή άμυνας της κυβέρνησης απέναντι στην κριτική που υφίσταται από την αγορά και τους πολίτες σχετικά με τη μη λήψη μέτρων, ανάλογων με αποφάσεις που λαμβάνονται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Παράλληλα, προτάσσεται από τα επιτελεία των αρμόδιων υπουργείων (Οικονομικών και Εθνικής Οικονομίας, Ανάπτυξης και Ενέργειας) το γεγονός ότι η χώρα μας εκτελεί τον προϋπολογισμό του 2022 στον οποίο προβλέπεται μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή της τάξης του 6% (από περίπου 7% πρωτογενές έλλειμμα το 2021 σε 1,4% για το 2022), ενόψει της επιστροφής στην εφαρμογή από το 2023 των προβλέψεων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης για πρωτογενή πλεονάσματα και σημαντικές μειώσεις του ελληνικού δημόσιου χρέους. Τέλος, ένα πρόσθετο επιχείρημα που ακούγεται ιδίως από τα χείλη του κ. Άδωνη Γεωργιάδη, είναι ότι όποιες αποφάσεις για μειώσεις του ΦΠΑ ή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα δεν πρόκειται να «φτάσει» στους καταναλωτές αλλά θα «χαθεί» στην πορεία λόγω στρεβλώσεων της αγοράς.
Η προσπάθεια της κυβέρνησης να αποσείσει τις ευθύνες της για το τσουνάμι ακρίβειας που πλήττει την ελληνική οικονομία από τον Σεπτέμβριο είναι κατανοητή, δεδομένου ότι πλέον το ζήτημα αυτό προτάσσεται ως το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα νοικοκυριά, αλλά και οι επιχειρήσεις, σε όλες τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών. Ακόμα και αν προσπεράσουμε την πλήρη αποτυχία της κυβέρνησης να προβλέψει τόσο τη διάρκεια όσο και το εύρος του προβλήματος, θυμόμαστε ακόμα τις σχετικές δηλώσεις Γεωργιάδη και Σκρέκα που τόνιζαν ότι το ζήτημα θα ξεπεραστεί έως τον περασμένο Δεκέμβριο και θα προκαλούσε επιβάρυνση ελάχιστων ευρώ ανά λογαριασμό ρεύματος, δεν μπορούμε να αποδεχτούμε τα βασικά επιχειρήματα που προβάλλει η κυβέρνηση για τους εξής λόγους:
Πρώτον, η κατακόρυφη αύξηση των τιμών του ρεύματος δεν περιορίζεται στις επιπτώσεις της ουκρανικής κρίσης, άλλωστε η επίπτωση από τις αυξήσεις στη χονδρεμπορική τιμή του φυσικού αερίου λόγω Ουκρανίας θα φανεί στα συμβόλαια των προσεχών μηνών, ενώ ήδη προ της 24ης Φεβρουαρίου, όπου είχαμε την ρωσική επίθεση, ήδη οι τιμές φυσικού αερίου είναι ιδιαίτερα αυξημένες σε σχέση με πέρυσι. Σε αυτό είχε συμβάλλει τόσο οι επιπτώσεις από την επανεκκίνηση της παγκόσμιας οικονομίας, όπου είχαμε μεταξύ άλλων ραγδαία αύξηση των ναύλων και μεγάλη μείωση των αποθεμάτων υδρογονανθράκων, όσο και η επιλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη να παραστήσει τον πρωτοπόρο της πράσινης μετάβασης με τη βίαιη διακοπή της λειτουργίας των εργοστασίων λιγνίτη, τη στιγμή που η σχετική δέσμευση εκτεινόταν μετά το 2030.
Δεύτερον, η επίκληση της ανάγκης δημοσιονομικής προσαρμογής για τη μη λήψη ουσιαστικών μέτρων μείωσης φόρων είναι ένα ψέμα που έχει «κοντά ποδάρια». Είναι περισσότερο από βέβαιο ότι υπό το βάρος των εξελίξεων στην Ουκρανία, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα υποχρεωθεί να επεκτείνει και το 2023 τη ρήτρα ευελιξίας για την μη εφαρμογή των περιορισμών του Συμφώνου Σταθερότητας, κατά τα πρότυπα του 2020-2022 λόγω κορονοϊού. Εν αναμονή αυτής της δεδομένης προοπτικής η κυβέρνηση όφειλε να λειτουργήσει εμπροσθοβαρώς και να προκρίνει την άμεση μείωση τόσο του ΦΠΑ όσο και του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα, λαμβάνοντας υπόψη ότι ούτως ή άλλως η αύξηση των τιμών αυξάνει σήμερα τα δημόσια ταμεία και μια σημαντική μείωση των φόρων θα εξισορροπούνταν σε ένα ποσοστά από αυτά τα πρόσθετα έσοδα. Μην ξεχνάμε επίσης ότι η χώρα διατηρεί πάρα πολύ υψηλά ταμειακά διαθέσιμα, χρήματα που έχει δανειστεί είτε από διμερή δάνεια είτε από εξόδους στις αγορές, τα οποία πρέπει να αξιοποιηθούν άμεσα για τη στήριξη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών πριν να οδηγηθούμε σε μαζικά λουκέτα στην αγορά και σε κύμα ανεξόφλητων λογαριασμών από τους πολίτες.
Τρίτον, η επίκληση των στρεβλώσεων της αγοράς που δεν θα επέτρεπε να φτάσει στον καταναλωτή οι όποιες μειώσεις φόρων δεν μπορεί να είναι επιχείρημα για μια φιλελεύθερη κυβέρνηση που επί 2,5 χρόνια είχε την ευθύνη αλλά και τον χρόνο να αντιμετωπίσει αυτές τις στρεβλώσεις. Η επίκληση ενός τέτοιου επιχειρήματος, αν δεν συνοδεύεται από την απομάκρυνση του επί 2,5 χρόνια αρμόδιου υπουργού, φαντάζει εντελώς προσχηματική αν όχι υποκριτική.
Συμπερασματικά, είναι ξεκάθαρο ότι οι κυβερνητικές ευθύνες για το τεράστιο πρόβλημα ακρίβειας που αντιμετωπίζει η χώρα μας τους τελευταίους 6 μήνες είναι τεράστιες. Η προτεραιότητα στην απαρέγκλιτη εφαρμογή του προϋπολογισμού, η μη αντιμετώπιση των στρεβλώσεων της αγοράς ενέργειας και η ξεκάθαρη επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη να αποδομήσει κάθε έννοια ενεργειακής ασφάλειας με την κατάργηση του λιγνίτη και την εξάρτηση από εισαγωγές ρεύματος, οδήγησε στο σημερινό εκρηκτικό μείγμα στην αγορά ενέργειας, στο οποίο έρχεται να προστεθεί τις τελευταίες 17 ημέρες η ουκρανική κρίση.